CARUSEL

Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2020

Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ

 Παναγία η Μητέρα Θεού και ανθρώπων Α΄

Στη ζωή της Εκκλησίας ξεχωρίζει ένα πρόσωπο και ένα όνομα, η Παναγία. Η Θεοτόκος. Η μητέρα του Θεού και μητέρα όλων των ανθρώπων. Όλων μας. Η Παναγία κατέχει μια ιδιαίτερη θέση τόσο στη θεολογία όσο και στη ζωή των πιστών. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν υπάρχει καμία ακολουθία που να μην περιέχει τροπάρια και ύμνους στην Παναγιά μας. Σε κάθε ακολουθία και κάθε προσευχή με ιδιαίτερο τρόπο απευθύνεται η εκκλησία και ο κάθε πιστός προς το ιερό και θείο πρόσωπό της.

Στην υμνολογία της εκκλησίας μας οι ωραιότεροι ύμνοι αναφέρονται στη γλυκιά μορφή της. Στην πρόξενο της σωτηρίας του ανθρώπου. Στη μοναδική και ακλόνητη ελπίδα κάθε πιστού. Και γιαυτό από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια οι γιορτές προς τιμήν της Παναγίας και οι προσευχές προς Εκείνη καταξιώθηκαν στη συνείδηση των πιστών και έγιναν αναπόσπαστο κομμάτι της πνευματικής ζωής.

   Στις ομιλίες των Πατέρων προς την Παναγία παρατηρείται μια σιωπή μα και λόγος συνάμα. Ατενίζοντας το σεμνό πρόσωπο της Παναγίας δεν ξέρουν τι να πουν και σιωπούν. Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός π.χ. στην αρχή μιας ομιλίας του για την Παναγία λέει: «Αύτη μου τον νουν είλε αιχμάλωτον, την γλώτταν αύτη εληίσατο», δηλαδή αυτή μου πήρε τα μυαλά και μου έδεσε την γλώσσα. Παρά ταύτα η γλώσσα λύνεται για να υμνήσει την υπέρ πάσα έννοιαν. Γι αυτό λέγεται ότι οι λόγοι που έχουν γραφτεί για την Παναγιά, τη μητέρα του Χριστού, είναι ύμνοι και όχι ερμηνείες.  Και είναι πράγματι θαυμαστά τα όσα έχουν γραφεί για την Παναγία μας.   Ίσως δεν υπάρχουν στην υμνολογία της εκκλησίας μας ωραιότεροι ύμνοι και προσευχές. Και στεκόμαστε με δέος, αγάπη και προσδοκία μπροστά στη Μητέρα του Θεού και του κόσμου.

Η Παναγία έδωσε σάρκα από τη σάρκα Της και αίμα από το αίμα Της στον Υιό και Λόγο του Θεού, ο οποίος έτσι εισήλθε στο χρόνο, δηλαδή στην ανθρώπινη ιστορία, ως τέλειος θεάνθρωπος για τον ανακαινισμό του κτιστού κόσμου. Είναι, λοιπόν, η Παναγία όχι απλώς ένας σταθμός στην ιστορία του ανθρώπινου γένους αλλά το τέλος του παλιού και η αρχή του νέου κόσμου, το τέλος και η ολοκλήρωση της Παλαιάς Διαθήκης και ταυτόχρονα η εμφάνιση του νέου εν Χριστώ ανθρώπου. Η Παναγία στέκεται στο μεταίχμιο δύο εποχών, στο σημείο όπου τελειώνει η εποχή της Π. Διαθήκης και ανοίγει η εποχή των Εσχάτων που εγκαινίασε η Ανάσταση του Χριστού. Με την Παρθένο ολοκληρώθηκε η Ιερά Ιστορία και ήρθε “το πλήρωμα του χρόνου”.

Οι πληροφορίες που έχουμε για τη Μαρία (το όνομα Μαρία είναι εξελληνισμένος τύπος του εβραϊκού ονόματος Μιργιάμ, που έχει ερμηνευτεί ποικιλοτρόπως ως: ελπίδα, πικρία, κυρία, ύψος, δώρο, μύρα, ωραία κ.α.) προέρχονται από την παράδοση και τις μαρτυρίες της Κ. Διαθήκης. Οι πληροφορίες που έχουμε από την παράδοση αναφέρονται στη γέννηση και την παιδική ηλικία της Παναγίας έως της μνηστείας της με τον Ιωσήφ καθώς και στη ζωή της μετά την Πεντηκοστή έως την Κοίμησή Της, ενώ οι πληροφορίες που έχουμε από τα Ευαγγέλια αναφέρονται στο διάστημα της επί γης ζωής του Ιησού.

Σύμφωνα, λοιπόν, με την εκκλησιαστική παράδοση που διασώθηκε στο λεγόμενο Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου (βιβλίο απόκρυφο που όμως διασώζει ιστορικούς πυρήνες) η Μαρία γεννήθηκε στα Ιεροσόλυμα (κατ’ άλλους στη Ναζαρέτ.) Γονείς της ήταν ο Ιωακείμ και η Άννα, άνθρωποι ευσεβείς, οι οποίοι, επειδή ήταν στείροι, παρακαλούσαν νυχθημερόν το Θεό να τους χαρίσει ένα παιδί. Τελικά ο Θεός εισάκουσε τις προσευχές τους και η Άννα σε προχωρημένη ηλικία γέννησε τη Μαρία. Υποσχέθηκε μάλιστα ότι το παιδί που θα γεννήσει θα το προσφέρει “δώρον Κυρίω τω Θεώ και έσται λειτουργούν αυτώ πάσας τας ημέρας της ζωής αυτού.” Εκπληρώνοντας αυτή τους την υπόσχεση παρέδωσαν τη Μαρία, όταν έγινε τριών ετών, στους ιερείς του Ναού των Ιεροσολύμων, όπου σύμφωνα με την παράδοση, έμεινε ως τα δώδεκά της χρόνια “ως περιστερά νεμομένη και ελάμβανε τροφήν εκ χειρός αγγέλου”. Η παραμονή της Μαρίας στο Ναό και μάλιστα η είσοδός της στα Άγια των Αγίων είναι πρωτόγνωρο γεγονός για τη θρησκεία των Εβραίων, καθόσον ήταν αυστηρά απαγορευμένη η είσοδος γυναικών στο Ναό. Στα Άγια των Αγίων ιδιαίτερα έμπαινε μια φορά το χρόνο μόνο ο Αρχιερέας. Το γεγονός αυτό, κατά τους Πατέρες, είναι αρκετό για να δειχθεί η παναγιότητα της Μαρίας. Όταν η Παρθένος έγινε δώδεκα ετών , με φροντίδα του Αρχιερέα Ζαχαρία, παραδόθηκε στον Ιωσήφ, άνδρα ευσεβή, ο οποίος την παρέλαβε υπό την προστασία του και τη μνηστεύτηκε (γι’ αυτό και επονομάζεται Μνήστωρ).

Οι πληροφορίες που αφορούν τη Μαρία ως Μητέρα του Κυρίου προέρχονται από την Κ. Διαθήκη και είναι σχετικά λίγες. Οι περισσότερες από αυτές περιέχονται στα Ευαγγέλια του Ματθαίου και του Λουκά, οι οποίοι αναφέρονται στη σύλληψη, τη γέννηση, τη βρεφική και παιδική ηλικία του Ιησού. Λιγότερες είναι οι πληροφορίες που διασώζουν οι Μάρκος και Ιωάννης, οι οποίοι σποραδικά αναφέρουν κάποιες περιπτώσεις εμφανίσεως της Παναγίας κατά τη δημόσια δράση του Κυρίου μέχρι το σταυρικό Του θάνατο. Ειδικότερα ο Λουκάς αναφέρεται στον Ευαγγελισμό, στην επίσκεψη της Μαρίας στην εξαδέλφη της Ελισάβετ (όταν εκείνη ήταν έγκυος τον Ιωάννη τον Πρόδρομο και η οποία στο πρόσωπο της Μαρίας αναγνώρισε τη Μητέρα του Θεού) καθώς και στα σχετικά με τη γέννηση και την παιδική ηλικία του Ιησού.

Σύμφωνα με την υμνολογία της Εκκλησίας, η Παναγία παρευρισκόταν στην Ανάληψη του Κυρίου ενώ, όπως μας πληροφορούν οι Πράξεις των Αποστόλων (Α,14), ήταν μαζί με τους υπόλοιπους Αποστόλους στο υπερώο της Ιερουσαλήμ μετά την Ανάληψη αναμένοντας και Αυτή την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος. Έλαβε, λοιπόν, και η Παναγία με θαυμαστό τρόπο κατά την ημέρα της Πεντηκοστής το Άγιο Πνεύμα. Τούτο μαρτυρείται και από την εικονογραφία, όπου στην εικόνα της Πεντηκοστής εικονίζεται και η Θεοτόκος ανάμεσα στους Αποστόλους με “γλώσσαν πυρός” πάνω στο κεφάλι Της. Όλα όσα γνωρίζουμε για την Παναγία μετά την Πεντηκοστή προέρχονται από την προφορική παράδοση, γι’ αυτό και οι πληροφορίες είναι ασαφείς. Φαίνεται ότι η Μαρία εξακολουθούσε να μένει στα Ιεροσόλυμα με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη. Σύμφωνα με την ιεροσολυμίτικη παράδοση του 5ου αιώνα (που είναι και η επικρατέστερη) η Παναγία “εκοιμήθη”, στα Ιεροσόλυμα και τάφηκε στην Γεσθημανή, όπου από τον 6ο αιώνα έδειχναν και τον τάφο Της.

Το θεμέλιο της επίσημης διδασκαλίας της Εκκλησίας για την Παναγία τέθηκε το 431 μ.Χ. με την Γ’ Οικ. Σύνοδο. Η Σύνοδος εκείνη ονόμασε επίσημα την Παναγία “Θεοτόκο”, αντικρούοντας έτσι την αίρεση του Νεστοριανισμού. Ο αιρετικός Νεστόριος αρνιόταν την ένωση στο πρόσωπο του Χριστού των δύο φύσεων (θείας και ανθρώπινης) και δε δεχόταν ότι ο Χριστός είναι τέλειος Θεάνθρωπος. Γι’ αυτό και απέρριπτε την ονομασία Θεοτόκος για την Παναγία, την οποία ονόμαζε Θεοδόχο ή Χριστοτόκο.

Βιβλιογραφία

-- Παναγία και Υπεραγία. Φώτη Κόντογλου.

-- H χώρα των ζώντων. Αρχ. Τύχωνος.

-- Ο Ακάθιστος Ύμνος. Κων. Δρατσέλλα.

-- Η Θεομήτωρ. Νικολάου Καβάσιλα.

-- Ορθόδοξος Πνευματικότης. Ανωνύμου μοναχού.

-- Η Θεοτόκος. Ιωάννου Δαμασκηνού.

-- Παναγία και Εκκλησία. Γεωργίας Κουνάβη.

-- Μαρία η μητέρα του Θεού. Θεοκλήτου ιερομ.

-- Η Υπεραγία Θεοτόκος. Γρηγορίου ιερομ.

 -- Κοίμηση. Εκδ. Ακρίτας.

 

 

Πατηστε εδω για Επιστροφη στην Αρχικη Σελιδα  Επιστροφή στή Σελίδα ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΡΙΟ ΜΗΝΥΜΑ - ΠΑΖΑΡΙ ΑΓΑΠΗΣ ΚΑΙ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑΣ

  Ο  Ιεραποστολικός και Φιλανθρωπικός Σύλλογος «ΔΡΑΣΙΣ ΑΓΑΠΗΣ»  εκφράζει τις θερμές του ευχαριστίες προς όλους όσοι στήριξαν με την παρουσί...