Η Καθολική Επιστολή του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου είναι το 20ο βιβλίο της Καινής Διαθήκης και η πρώτη από τις 7 ονομαζόμενες Καθολικές Επιστολές, οι οποίες έλαβαν την ονομασία τους επειδή απευθύνονται προς όλους και όχι προς συγκεκριμένες Εκκλησίες.
Υπήρξε πρώτος Επίσκοπος Ιεροσολύμων και ένας από τους τρείς στύλους της αρτισυστάτου Εκκλησίας. Συγγενής του Κυρίου, επίστεψε μετά την Ανάσταση Του και αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στο έργο της Εκκλησίας. Προήδρευσε της Αποστολικής Συνόδου και ονομάζετο «δίκαιος» για τη μεγάλη του αρετή και τον ασκητικό βίο του. Μαρτύρησε με λιθοβολισμό με εντολή του Αρχιερέα Άννα κατά το 62 μ.Χ. Την Επιστολή έγραψε την περίοδο 50-60 μ.Χ.
Ο Άγιος Ιεράρχης με λόγο ποιητικό και παρηγορητικό διδάσκει, νουθετεί, προτρέπει όλους τους πιστούς. Έχει υπ όψιν του ο θείος Απόστολος τους πειρασμούς, τις δοκιμασίες, τις θλίψεις των πιστών και τους συνιστά υπομονή, θερμή και συνεχή προσευχή και εμπιστοσύνη στο Θέλημα του Θεού. Διδάσκει τη σημασία που έχει η καθημερινή εφαρμογή των Θείων Εντολών που έτσι οδηγούμαστε σε πίστη με έργα αγαθά.
Μικρή σε έκταση, μεγάλη σε νοήματα και διδαχές.
Η Καινή Διαθήκη πρέπει για κάθε πιστό χριστιανό να είναι συνεχές και αδιάλειπτο ανάγνωσμα αλλά την παρούσα Επιστολή πρέπει να τη διαβάζουμε κάθε μέρα γιατί είναι οδηγός και θεραπευτής. Να γίνει καθημερινό ανάγνωσμα.
Ακολουθεί η Επιστολή με το αρχαίο κείμενο και δίπλα το νεοελληνικό κείμενο.
Κείμενο |
ερμηνεία |
ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΑΚΩΒΟΥ Κεφάλαιον Α 1. Ιάκωβος, Θεού και Κυρίου Ιησού Χριστού δούλος, ταις δώδεκα φυλαίς ταις εν τη διασπορά χαίρειν.
2. Πάσαν χαράν ηγήσασθε, αδελφοί μου, όταν πειρασμοίς περιπέσητε ποικίλοις, 3. γινώσκοντες ότι το δοκίμιον υμών της πίστεως κατεργάζεται υπομονήν. 4. η δε υπομονή έργον τέλειον εχέτω, ίνα ήτε τέλειοι και ολόκληροι, εν μηδενί λειπόμενοι. 5. Ει δε τις υμών λείπεται σοφίας, αιτείτω παρά του διδόντος Θεού πάσιν απλώς και ουκ ονειδίζοντος, και δοθήσεται αυτώ. 6. αιτείτω δε εν πίστει, μηδέν διακρινόμενος. ο γαρ διακρινόμενος έοικε κλύδωνι θαλάσσης ανεμιζομένω και ριπιζομένω. 7. μη γαρ οιέσθω ο άνθρωπος εκείνος ότι λήψεται τι παρά του Κυρίου. 8. ανήρ δίψυχος ακατάστατος εν πάσαις ταις οδοίς αυτού.
9. καυχάσθω δε ο αδελφός ο ταπεινός εν τω ύψει αυτού, 10. ο δε πλούσιος εν τη ταπεινώσει αυτού, ότι ως άνθος χόρτου παρελεύσεται. 11. ανέτειλε γαρ ο ήλιος συν τω καύσωνι και εξήρανε τον χόρτον, και το άνθος αυτού εξέπεσε, και η ευπρέπεια του προσώπου αυτού απώλετο. ούτω και ο πλούσιος εν ταις πορείαις αυτού μαρανθήσεται.
12. Μακάριος ανήρ ος υπομένει πειρασμόν. ότι δόκιμος γενόμενος λήψεται τον στέφανον της ζωής, ον επηγγείλατο ο Κύριος τοις αγαπώσιν αυτόν. 13. Μηδείς πειραζόμενος λεγέτω ότι από Θεού πειράζομαι. ο γαρ Θεός απείραστος εστί κακών, πειράζει δε αυτός ουδένα. 14. έκαστος δε πειράζεται υπό της ιδίας επιθυμίας εξελκόμενος και δελεαζόμενος. 15. είτα η επιθυμία συλλαβούσα τίκτει αμαρτίαν, η δε αμαρτία αποτελεσθείσα αποκύει θάνατον.
16. Μη πλανάσθε, αδελφοί μου αγαπητοί. 17. πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον άνωθεν εστί καταβαίνον από του πατρός των φώτων, παρ' ω ουκ ένι παραλλαγή ή τροπής αποσκίασμα. 18. βουληθείς απεκύησεν ημάς λόγω αληθείας εις το είναι ημάς απαρχήν τινά των αυτού κτισμάτων.
19. Ώστε, αδελφοί μου αγαπητοί, έστω πας άνθρωπος ταχύς εις το ακούσαι, βραδύς εις το λαλήσαι, βραδύς εις οργήν. 20. οργή γαρ ανδρός δικαιοσύνην Θεού ου κατεργάζεται. 21. διό αποθέμενοι πάσαν ρυπαρίαν και περισσείαν κακίας εν πραΰτητι δέξασθε τον έμφυτον λόγον τον δυνάμενον σώσαι τας ψυχάς υμών. 22. Γίνεσθε δε ποιηταί λόγου και μη μόνον ακροαταί, παραλογιζόμενοι εαυτούς. 23. ότι ει τις ακροατής λόγου εστί και ου ποιητής, ούτος έοικεν ανδρί κατανοούντι το πρόσωπον της γενέσεως αυτού εν εσόπτρω. 24. κατενόησε γαρ εαυτόν και απελήλυθε, και ευθέως επελάθετο οποίος ην. 25. ο δε παρακύψας εις νόμον τέλειον τον της ελευθερίας και παραμείνας, ούτος ουκ ακροατής επιλησμονής γενόμενος, αλλά ποιητής έργου, ούτος μακάριος εν τη ποιήσει αυτού έσται. 26. Ει τις δοκεί θρήσκος είναι εν υμίν μη χαλιναγωγών γλώσσαν αυτού, αλλ' απατών καρδίαν αυτού, τούτου μάταιος η θρησκεία. 27. θρησκεία καθαρά και αμίαντος παρά τω Θεώ και πατρί αύτη εστίν, επισκέπτεσθαι ορφανούς και χήρας εν τη θλίψει αυτών, άσπιλον εαυτόν τηρείν από του κόσμου.
Κεφάλαιον Β 1. Αδελφοί μου, μη εν προσωποληψίαις έχετε την πίστιν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού της δόξης. 2. εάν γαρ εισέλθη εις την συναγωγήν υμών ανήρ χρυσοδακτύλιος εν εσθήτι λαμπρά, εισέλθη δε και πτωχός εν ρυπαρά εσθήτι, 3. και επιβλέψητε επί τον φορούντα την εσθήτα την λαμπράν και είπητε αυτώ, συ κάθου ώδε καλώς, και τω πτωχώ είπητε, συ στήθι εκεί ή κάθου ώδε υπό το υποπόδιον μου, 4. και ου διεκρίθητε εν εαυτοίς και εγένεσθε κριταί διαλογισμών πονηρών; 5. Ακούσατε, αδελφοί μου αγαπητοί. ουχ ο Θεός εξελέξατο τους πτωχούς του κόσμου πλουσίους εν πίστει και κληρονόμους της βασιλείας ης επηγγείλατο τοις αγαπώσιν αυτόν; 6. υμείς δε ητιμάσατε τον πτωχόν. ουχ οι πλούσιοι καταδυναστεύουσιν υμών, και αυτοί έλκουσιν υμάς εις κριτήρια; 7. ουκ αυτοί βλασφημούσι το καλόν όνομα το επικληθέν εφ' υμάς; 8. ει μέντοι νόμον τελείτε βασιλικόν κατά την γραφήν, αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν, καλώς ποιείτε. 9. ει δε προσωποληπτείτε, αμαρτίαν εργάζεσθε, ελεγχόμενοι υπό του νόμου ως παραβάται. 10. όστις γαρ όλον τον νόμον τηρήση, πταίση δε εν ενί, γέγονε πάντων ένοχος. 11. ο γαρ ειπών μη μοιχεύσης, είπε και μη φονεύσης. ει δε ου μοιχεύσεις, φονεύσεις δε, γέγονας παραβάτης νόμου. 12. ούτω λαλείτε και ούτω ποιείτε, ως δια νόμου ελευθερίας μέλλοντες κρίνεσθαι. 13. η γαρ κρίσις ανέλεος τω μη ποιήσαντι έλεος. κατακαυχάται έλεος κρίσεως.
14. Τι το όφελος, αδελφοί μου, εάν πίστιν λέγη τις έχειν, έργα δε μη έχη; μη δύναται η πίστις σώσαι αυτόν; 15. εάν δε αδελφός ή αδελφή γυμνοί υπάρχωσι και λειπόμενοι ώσι της εφημέρου τροφής, 16. είπη δε τις αυτοίς εξ υμών, υπάγετε εν ειρήνη, θερμαίνεσθε και χορτάζεσθε, μη δώτε δε αυτοίς τα επιτήδεια του σώματος, τι το όφελος; 17. ούτω και η πίστις, εάν μη έργα έχη, νεκρά έστι καθ' εαυτήν. 18. αλλ' ερεί τις. συ πίστιν έχεις, καγώ έργα έχω. δείξον μοι την πίστιν σου εκ των έργων σου, καγώ δείξω σοι εκ των έργων μου την πίστιν μου. 19. συ πιστεύεις ότι ο Θεός εις έστι. καλώς ποιείς. και τα δαιμόνια πιστεύουσι και φρίσσουσι. 20. θέλεις δε γνώναι, ω άνθρωπε κενέ, ότι η πίστις χωρίς των έργων νεκρά έστιν; 21. Αβραάμ ο πατήρ ημών ουκ εξ έργων εδικαιώθη, ανενέγκας Ισαάκ τον υιόν αυτού επί το θυσιαστήριον; 22. βλέπεις ότι η πίστις συνήργει τοις έργοις αυτού, και εκ των έργων η πίστις ετελειώθη, 23. και επληρώθη η γραφή η λέγουσα. επίστευσε δε Αβραάμ τω Θεώ, και ελογίσθη αυτώ εις δικαιοσύνην, και φίλος Θεού εκλήθη. 24. οράτε τοίνυν ότι εξ έργων δικαιούται άνθρωπος και ουκ εκ πίστεως μόνον. 25. ομοίως δε και Ραάβ η πόρνη ουκ εξ έργων εδικαιώθη υποδεξαμένη τους αγγέλους και ετέρα οδώ εκβαλούσα; 26. ώσπερ γαρ το σώμα χωρίς πνεύματος νεκρόν έστιν, ούτω και η πίστις χωρίς των έργων νεκρά έστι.
Κεφάλαιον Γ 1. Μη πολλοί διδάσκαλοι γίνεσθε, αδελφοί μου, ειδότες ότι μείζον κρίμα ληψόμεθα. 2. πολλά γαρ πταίομεν άπαντες. ει τις εν λόγω ου πταίει, ούτος τέλειος ανήρ, δυνατός χαλιναγωγήσαι και όλον το σώμα. 3. ίδε των ίππων τους χαλινούς εις τα στόματα βάλλομεν προς το πείθεσθαι αυτούς ημίν, και όλον το σώμα αυτών μετάγομεν. 4. ιδού και τα πλοία, τηλικαύτα όντα και υπό σκληρών ανέμων ελαυνόμενα, μετάγεται υπό ελαχίστου πηδαλίου όπου αν η ορμή του ευθύνοντος βούληται. 5. ούτω και η γλώσσα μικρόν μέλος εστί και μεγαλαυχεί. ιδού ολίγον πυρ ηλίκην ύλην ανάπτει! 6. και η γλώσσα πυρ, ο κόσμος της αδικίας. ούτως η γλώσσα καθίσταται εν τοις μέλεσιν ημών η σπιλούσα όλον το σώμα και φλογίζουσα τον τροχόν της γενέσεως και φλογιζομένη υπό της γεέννης. 7. πάσα γαρ φύσις θηρίων τε και πετεινών ερπετών τε εναλίων δαμάζεται και δεδάμασται τη φύσει τη ανθρωπίνη, 8. την δε γλώσσαν ουδείς δύναται ανθρώπων δαμάσαι. ακατάσχετον κακόν, μεστή ιού θανατηφόρου. 9. εν αυτή ευλογούμεν τον Θεόν και πατέρα, και εν αυτή καταρώμεθα τους ανθρώπους τους καθ' ομοίωσιν Θεού γεγονότας. 10. εκ του αυτού στόματος εξέρχεται ευλογία και κατάρα. ου χρη, αδελφοί μου, ταύτα ούτω γίνεσθαι. 11. μήτι η πηγή εκ της αυτής οπής βρύει το γλυκύ και το πικρόν; 12. μη δύναται, αδελφοί μου, συκή ελαίας ποιήσαι ή άμπελος σύκα; ούτως ουδεμία πηγή αλυκόν και γλυκύ ποιήσαι ύδωρ.
13. Τις σοφός και επιστήμων εν υμίν; δειξάτω εκ της καλής αναστροφής τα έργα αυτού εν πραΰτητι σοφίας. 14. ει δε ζήλον πικρόν έχετε και εριθείαν εν τη καρδία υμών, μη κατακαυχάσθε και ψεύδεσθε κατά της αληθείας. 15. ουκ έστιν αύτη η σοφία άνωθεν κατερχομένη, αλλ' επίγειος, ψυχική, δαιμονιώδης. 16. όπου γαρ ζήλος και εριθεία, εκεί ακαταστασία και παν φαύλον πράγμα. 17. η δε άνωθεν σοφία πρώτον μεν αγνή έστιν, έπειτα ειρηνική, επιεικής, ευπειθής, μεστή ελέους και καρπών αγαθών, αδιάκριτος και ανυπόκριτος. 18. καρπός δε της δικαιοσύνης εν ειρήνη σπείρεται τοις ποιούσιν ειρήνην.
Κεφάλαιον Δ 1. Πόθεν πόλεμοι και μάχαι εν υμίν; ουκ εντεύθεν, εκ των ηδονών υμών των στρατευομένων εν τοις μέλεσιν υμών; 2. επιθυμείτε, και ουκ έχετε. φονεύετε και ζηλούτε, και ου δύνασθε επιτυχείν. μάχεσθε και πολεμείτε, και ουκ έχετε, δια το μη αιτείσθαι υμάς; 3. αιτείτε και ου λαμβάνετε, διότι κακώς αιτείσθε, ίνα εν ταις ηδοναίς υμών δαπανήσητε. 4. μοιχοί και μοιχαλίδες! ουκ οίδατε ότι η φιλία του κόσμου έχθρα του Θεού έστιν; ος αν ουν βουληθή φίλος είναι του κόσμου, εχθρός του Θεού καθίσταται. 5. ή δοκείτε ότι κενώς η Γραφή λέγει, προς φθόνον επιποθεί το πνεύμα ο κατώκησεν εν ημίν; 6. μείζονα δε δίδωσι χάριν. διό λέγει. ο Θεός υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν. 7. Υποτάγητε ουν τω Θεώ. αντίστητε τω διαβόλω, και φεύξεται αφ' υμών. 8. εγγίσατε τω Θεώ, και εγγιεί υμίν. καθαρίσατε χείρας αμαρτωλοί και αγνίσατε καρδίας δίψυχοι. 9. ταλαιπωρήσατε και πενθήσατε και κλαύσατε. ο γέλως υμών εις πένθος μεταστραφήτω και η χαρά εις κατήφειαν. 10. ταπεινώθητε ενώπιον του Κυρίου, και υψώσει υμάς.
11. Μη καταλαλείτε αλλήλων, αδελφοί. ο καταλαλών αδελφού και κρίνων τον αδελφόν αυτού καταλαλεί νόμου και κρίνει νόμον. ει δε νόμον κρίνεις, ουκ ει ποιητής νόμου, αλλά κριτής. 12. εις έστιν ο νομοθέτης και κριτής, ο δυνάμενος σώσαι και απολέσαι. συ δε τις ει ος κρίνεις τον έτερον;
13. Άγε νυν οι λέγοντες. σήμερον και αύριον πορευσόμεθα εις τήνδε τη πόλιν και ποιήσομεν εκεί ενιαυτόν ένα και εμπορευσόμεθα και κερδήσομεν. 14. οίτινες ουκ επίστασθε το της αύριον. ποία γαρ η ζωή υμών; ατμίς γαρ έσται η προς ολίγον φαινομένη, έπειτα δε και αφανιζομένη. 15. αντί του λέγειν υμάς, εάν ο Κύριος θελήση, και ζήσομεν και ποιήσομεν τούτο ή εκείνο. 16. νυν δε καυχάσθε εν ταις αλαζονείαις υμών. πάσα καύχησις τοιαύτη πονηρά έστιν. 17. ειδότι ουν καλόν ποιείν και μη ποιούντι, αμαρτία αυτώ εστίν.
Κεφάλαιον Ε 1. Άγε νυν οι πλούσιοι, κλαύσατε ολολύζοντες επί ταις ταλαιπωρίαις υμών ταις επερχομέναις. 2. ο πλούτος υμών σέσηπε και τα ιμάτια υμών σητόβρωτα γέγονεν, 3. ο χρυσός υμών και ο άργυρος κατίωται, και ο ιός αυτών εις μαρτύριον υμίν έσται και φάγεται τας σάρκας υμών ως πυρ. εθησαυρίσατε εν εσχάταις ημέραις. 4. ιδού ο μισθός των εργατών των αμησάντων τας χώρας υμών ο απεστερημένος αφ' υμών κράζει, και αι βοαί των θερισάντων εις τα ώτα Κυρίου Σαβαώθ εισεληλύθασιν. 5. ετρυφήσατε επί της γης και εσπαταλήσατε, εθρέψατε τας καρδίας υμών ως εν ημέρα σφαγής. 6. κατεδικάσατε, εφονεύσατε τον δίκαιον. ουκ αντιτάσσεται υμίν.
7. Μακροθυμήσατε ουν, αδελφοί, έως της παρουσίας του Κυρίου. ιδού ο γεωργός εκδέχεται τον τίμιον καρπόν της γης, μακροθυμών επ' αυτώ έως λάβη υετόν πρώϊμον και όψιμον. 8. μακροθυμήσατε και υμείς, στηρίξατε τας καρδίας υμών, ότι η παρουσία του Κυρίου ήγγικε. 9. μη στενάζετε κατ' αλλήλων, αδελφοί, ίνα μη κριθήτε. ιδού ο κριτής προ των θυρών έστηκεν. 10. υπόδειγμα λάβετε, αδελφοί μου, της κακοπαθείας και της μακροθυμίας τους προφήτας, οι ελάλησαν τω ονόματι Κυρίου. 11. ιδού μακαρίζομεν τους υπομένοντας. την υπομονήν Ιώβ ηκούσατε, και το τέλος Κυρίου είδετε, ότι πολύσπλαγχνος εστίν ο Κύριος και οικτίρμων.
12. Προ πάντων δε, αδελφοί μου, μη ομνύετε μήτε τον ουρανόν μήτε την γην μήτε άλλον τινά όρκον. ήτω δε υμών το ναι ναι, και το ου ου , ίνα μη εις υπόκρισιν πέσητε.13. Κακοπαθεί τις εν υμίν; προσευχέσθω. ευθυμεί τις; ψαλλέτω. 14. ασθενεί τις εν υμίν; προσκαλεσάσθω τους πρεσβυτέρους της εκκλησίας, και προσευξάσθωσαν επ' αυτόν αλείψαντες αυτόν ελαίω εν τω ονόματι του Κυρίου. 15. και η ευχή της πίστεως σώσει τον κάμνοντα, και εγερεί αυτόν ο Κύριος. καν αμαρτίας η πεποιηκώς, αφεθήσεται αυτώ. 16. εξομολογείσθε αλλήλοις τα παραπτώματα, και εύχεσθε υπέρ αλλήλων, όπως ιαθήτε. πολύ ισχύει δέησις δικαίου ενεργουμένη. 17. Ηλίας άνθρωπος ην ομοιοπαθής ημίν, και προσευχή προσηύξατο του μη βρέξαι, και ουκ έβρεξεν επί της γης ενιαυτούς τρεις και μήνας εξ. 18. και πάλιν προσηύξατο, και ο ουρανός υετόν έδωκεν και η γη εβλάστησε τον καρπόν αυτής. 19. Αδελφοί, εάν τις εν υμίν πλανηθή από της αληθείας, και επιστρέψη τις αυτόν, 20. γινωσκέτω ότι ο επιστρέψας αμαρτωλόν εκ πλάνης οδού αυτού σώσει ψυχήν εκ θανάτου και καλύψει πλήθος αμαρτιών.
|
ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΑΚΩΒΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο Χαιρετισμός Ο Ιάκωβος, δούλος του Θεού και του Κυρίου Ιησού Χριστού, χαιρετίζει τους χριστιανούς που κατάγονται από τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ και είναι σκορπισμένοι σε όλο τον κόσμο. Πίστη και σοφία 2Αδελφοί μου, να χαίρεστε όταν δοκιμάζεστε από πολλούς και διάφορους πειρασμούς 3γιατί πρέπει να ξέρετε ότι μέσα από τη δοκιμασία της πίστεως σας γεννιέται η υπομονή. 4Η υπομονή σας όμως πρέπει να κρατήσει ως το τέλος, για να γίνετε τέλειοι και ολοκληρωμένοι και να μην υστερείτε σε τίποτε. 5Αν κάποιος από σας υστερεί σε σοφία, ας τη ζητήσει από το Θεό, κι αυτός θα του τη δώσει. Γιατί ο Θεός δίνει σε όλους με απλοχεριά και χωρίς να περιφρονεί κανέναν. 6Ότι όμως ζητάτε να το ζητάτε με πίστη και να μην έχετε αμφιβολίες. Γιατί όποιος αμφιβάλλει μοιάζει με το κύμα της θάλασσας, που το παρασέρνει ο άνεμος και το πηγαίνει εδώ κι εκεί. 7Να μην ελπίζει ότι θα πάρει κάτι από τον Κύριο ένας τέτοιος άνθρωπος, 8δίγνωμος κι άστατος σε όλες του τις ενέργειες. Η πλεονεκτική θέση των φτωχών απέναντι στους πλουσίους 9Ο άσημος και φτωχός αδελφός ας καυχάται, γιατί ο Θεός θα τον ανεβάσει ψηλά. 10Επίσης κι ο πλούσιος ας είναι ταπεινός, ξέροντας ότι θα μαραθεί σαν το λουλούδι. 11Όπως με την ανατολή του ήλιου βγαίνει ο ήλιος και ξεραίνει το χορτάρι, ρίχνει τον ανθό του και καταστρέφει την ομορφιά του, έτσι και ο πλούσιος θα αφανιστεί μέσα στις επιχειρήσεις του. Η αιτία των δοκιμασιών 12Μακάριος ο άνθρωπος που δέχεται με υπομονή τις δοκιμασίες! Γιατί, αν υποστεί με επιτυχία τις δοκιμασίες, θα κερδίσει το βραβείο της αιώνιας ζωής, που υποσχέθηκε ο Θεός σ’ όσους τον αγαπούν. 13Κανένας απ’ αυτούς που μπαίνουν σε πειρασμό να μη λέει: «Ο Θεός με βάζει σε πειρασμό». Ο Θεός ούτε μπαίνει σε πειρασμό από το κακό ούτε βάζει σε πειρασμό κανέναν. 14Καθένας μπαίνει σε πειρασμό από τη δική του επιθυμία. Αυτή τον παρασύρει και τον εξαπατάει· 15έπειτα η επιθυμία αυτή συλλαμβάνει το κακό και γεννάει την αμαρτία· και η αμαρτία, όταν ολοκληρωθεί, φέρνει το θάνατο. Ο Θεός είναι η πηγή κάθε αγαθού 16Μην πλανάστε, αγαπητοί μου αδελφοί. 17Κάθε καλή προσφορά και κάθε τέλειο δώρο έρχεται από ψηλά, από το δημιουργό των ουράνιων σωμάτων. Ο ουράνιος Πατέρας δεν αλλάζει τη λάμψη του ούτε αναβοσβήνει σαν τα αστέρια. 18Επειδή εκείνος το θέλησε, μας έφερε στην καινούργια ζωή με το λόγο της αλήθειας, ώστε να κατέχουμε την πρώτη θέση ανάμεσα στα δημιουργήματά του. Ακρόαση και έμπρακτη εφαρμογή του λόγου του Θεού 19Να ξέρετε καλά, αγαπητοί μου αδελφοί: Κάθε άνθρωπος πρέπει να είναι πρόθυμος στο να ακούει, να μη βιάζεται να μιλάει και να μη βιάζεται να οργίζεται. 20Γιατί ο οργισμένος άνθρωπος δεν κάνει αυτό που για το Θεό είναι δίκαιο και σωστό. 21Γι’ αυτό, διώξτε από πάνω σας όλη τη βρωμιά και την πληθώρα της κακίας και δεχτείτε με ταπεινοφροσύνη το λόγο που φύτεψε μέσα σας ο Θεός και που μπορεί να σώσει τις ψυχές σας. 22Αυτόν το λόγο να τον κάνετε πράξη κι όχι μόνο να τον ακούτε ξεγελώντας τους εαυτούς σας. 23Γιατί όποιος ακούει το λόγο του Θεού και δεν τον εφαρμόζει, αυτός μοιάζει με άνθρωπο που βλέπει τον εαυτό του μέσα σ’ έναν καθρέφτη· 24τον βλέπει και φεύγοντας ξεχνάει αμέσως πώς ήταν. 25Όποιος όμως μελέτησε τον τέλειο νόμο, δηλαδή το νόμο της ελευθερίας, και έμεινε σταθερός σ’ αυτόν, όποιος δεν υπήρξε απλός ακροατής που ξεχνάει, αλλά τον εφήρμοσε στην πράξη, αυτός με την έμπρακτη αυτή εφαρμογή θα είναι μακάριος. 26Αν κάποιος από σας νομίζει ότι θρησκεύει, αλλά δε βάζει χαλινάρι στη γλώσσα του, αυτός εξαπατάει τον εαυτό του, και η θρησκεία του δεν έχει περιεχόμενο. 27Γιατί θρησκεία καθαρή κι αμόλυντη για το Θεό και Πατέρα είναι αυτή: Να συμπαραστέκεστε στα ορφανά και στις χήρες όταν υποφέρουν, και να διατηρείτε αγνό τον εαυτό σας από την επιρροή του αμαρτωλού κόσμου. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο Μεροληψία σε βάρος των φτωχών Αδελφοί μου την πίστη σας στον Κύριο της δόξας, τον Ιησού χριστό, να μην την εκδηλώνετε με μεροληπτικές πράξεις προς τους συνανθρώπους σας. 2Για παράδειγμα: Έρχεται στη σύναξή σας κάποιος με χρυσά δαχτυλίδια και πολυτελή ενδύματα. Κι έρχεται κι ένας φτωχός με λερωμένα ρούχα. 3Αν δώσετε σημασία στον καλοντυμένο λέγοντάς του: «Κάθισε, παρακαλώ, εδώ στην καλή θέση», και στο φτωχό πείτε: «Εσύ στάσου εκεί ή κάθισε εδώ κάτω, δίπλα στο σκαμνί που βάζω τα πόδια μου», 4δε μεροληπτείτε και δε γίνεστε κριτές, κάνοντας πονηρές σκέψεις; 5Ακούστε, αγαπητοί μου αδελφοί. Ο Θεός διάλεξε αυτούς που για τον κόσμο είναι φτωχοί να γίνουν πλούσιοι στην πίστη και να κληρονομήσουν τη βασιλεία του, αυτήν που υποσχέθηκε σ’ όσους τον αγαπούν. 6Εσείς, αντίθετα, εξευτελίζετε το φτωχό. Κι όμως, οι πλούσιοι είναι αυτοί που σας καταδυναστεύουν, αυτοί που σας σέρνουν στα δικαστήρια. 7Είναι αυτοί που προσβάλλουν το τιμητικό όνομα του χριστιανού, που φέρετε. 8Αν, βέβαια, εφαρμόζετε την εντολή του Θεού που, σύμφωνα με τη Γραφή λέει: Να αγαπάς την πλησίον σου όπως τον εαυτό σου, καλά κάνετε. 9Αν όμως μεροληπτείτε, αμαρτάνετε, κι ελέγχεστε από το νόμο ως παραβάτες. 10Όποιος τηρήσει όλες τις διατάξεις του νόμου και παραβεί μία, θεωρείται παραβάτης όλου του νόμου. 11Γιατί αυτός που είπε μη μοιχεύσεις είπε και μη φονεύσεις. Αν όμως δε μοιχεύσεις αλλά φονεύσεις, θεωρείσαι παραβάτης όλου του νόμου. 12Πάντα να μιλάτε και να ενεργείτε σαν άνθρωποι που μέλλετε να κριθείτε με το νόμο της ελευθερίας. 13Γιατί στην τελική κρίση δε θα υπάρχει έλεος γι’ αυτόν που δεν έδειξε ευσπλαχνία. Για τον εύσπλαχνο όμως η τελική κρίση θα είναι θρίαμβος. Πίστη και έργα 14Ποιο είναι το όφελος, αδελφοί μου, αν κάποιος λέει ότι έχει πίστη, δεν την αποδεικνύει όμως με έργα; Μήπως μπορεί μόνη της η πίστη να τον σώσει; 15Ας πάρουμε την περίπτωση που κάποιος αδελφός ή κάποια αδελφή δεν έχουν ρούχα να ντυθούν και στερούνται το καθημερινό τους φαγητό· 16αν κάποιος από σας τους πει: «Ο Θεός μαζί σας! Εύχομαι να βρείτε ρούχα και να χορτάσετε φαγητό», ποιο το όφελος, αν δεν τους δώσει τα απαραίτητα που χρειάζεται το σώμα; 17Έτσι και η πίστη, αν δεν εκδηλώνεται με έργα, μόνη της είναι νεκρή. 18Αλλά θα πει κάποιος: «Εσύ έχεις πίστη κι εγώ έχω έργα». Του απαντώ: «Δείξε μου την πίστη σου από τα έργα σου. Εγώ μπορώ να σου αποδείξω την πίστη μου από τα έργα μου». 19Εσύ πιστεύεις ότι ένας είναι ο Θεός. Καλά κάνεις. Και τα δαιμόνια το πιστεύουν αυτό και τρέμουν. 20Θέλεις να μάθεις, ανόητε άνθρωπε, ότι η πίστη χωρίς τα έργα είναι νεκρή; 21Ο Αβραάμ, ο προπάτοράς μας, δεν δικαιώθηκε από τα έργα του, επειδή οδήγησε το παιδί του, τον Ισαάκ, στο θυσιαστήριο; 22Βλέπεις ότι η πίστη του συνοδευόταν από έργα, και μ’ αυτά τα έργα η πίστη αποδείχτηκε τέλεια. 23Έτσι εκπληρώθηκε η Γραφή που λέει: Ο Αβραάμ πίστεψε στο Θεό, και γι’ αυτή του την πίστη ο Θεός τον αναγνώρισε δίκαιο, κι ονομάστηκε φίλος του Θεού. 24Βλέπετε λοιπόν ότι ο άνθρωπος δικαιώνεται από τα έργα κι όχι μόνο από την πίστη. 25Κατά τον ίδιο τρόπο και η πόρνη Ραάβ δικαιώθηκε από τα έργα της, όταν υποδέχτηκε τους κατασκόπους και τους βοήθησε να φύγουν κρυφά από άλλο δρόμο. 26Όπως, λοιπόν, το σώμα είναι νεκρό χωρίς την ψυχή, έτσι και η πίστη χωρίς τα έργα είναι νεκρή. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο Η αχαλίνωτη γλώσσα Αδελφοί μου, μην κάνετε όλοι σας το δάσκαλο, γιατί πρέπει να ξέρετε ότι οι δάσκαλοι θα κριθούμε πιο αυστηρά. 2Όλοι μας κάνουμε πολλά σφάλματα. Αν κάποιος δεν κάνει σφάλματα με τα λόγια, αυτός είναι τέλειος άνθρωπος και ικανός να χαλιναγωγήσει όλον τον εαυτό του. 3Βάζοντας στο στόμα των αλόγων χαλινάρι, τα κάνουμε να πειθαρχούν σ’ εμάς. Έτσι μπορούμε να κατευθύνουμε όλο τους το σώμα. 4Το ίδιο συμβαίνει και με τα πλοία. Αν και είναι τόσο μεγάλα και σπρώχνονται από δυνατούς ανέμους, όμως αυτός που τα διευθύνει μπορεί μ’ ένα πολύ μικρό τιμόνι να τα οδηγεί όπου θέλει. 5Έτσι και η γλώσσα: Είναι ένα μικρό μέλος, καυχάται όμως για μεγάλα πράγματα. Σκεφτείτε, μια μικρή φωτιά πόσο μεγάλο δάσος μπορεί να κάψει! 6Κι η γλώσσα είναι σαν τη φωτιά. Είναι ένας ολόκληρος κόσμος αδικίας. Η γλώσσα εξουσιάζει τα μέλη μας. Αυτή σπιλώνει όλο το σώμα. Κατακαίει τον κύκλο της ζωής μας και παίρνει τη φλόγα της από τη φωτιά της κόλασης. 7Όλα τα είδη των θηρίων και των πτηνών, των ερπετών και των θαλασσινών, δαμάστηκαν και δαμάζονται από τον άνθρωπο. 8Τη γλώσσα όμως κανένας από τους ανθρώπους δεν μπορεί να τη δαμάσει. Είναι ασυγκράτητο κακό, γεμάτη θανατηφόρο δηλητήριο. 9Μ’ αυτήν ευλογούμε το Θεό και Πατέρα και μ’ αυτή καταριόμαστε τους ανθρώπους που πλάστηκαν καθ’ ομοίωση του Θεού. 10Από το ίδιο στόμα βγαίνει η ευλογία και η κατάρα. Δεν πρέπει, αδελφοί μου, να γίνεται αυτό. 11Μήπως η πηγή από το ίδιο στόμιο αναβλύζει γλυκό και πικρό νερό; 12Μήπως μπορεί, αδελφοί μου, η συκιά να κάνει ελιές και το αμπέλι σύκα; Το ίδιο, καμιά πηγή δεν μπορεί να βγάλει ταυτόχρονα αλμυρό και γλυκό νερό. Ουράνια και γήινη σοφία 13Όποιος από σας ισχυρίζεται πως είναι σοφός και συνετός, ας δείξει τα έργα της καλής του διαγωγής με τον ήρεμο τρόπο της αληθινής σοφίας. 14Αν όμως έχετε στην καρδιά σας φαρμακερό φθόνο κι εριστικές τάσεις, μην περηφανεύεστε και μην ψεύδεστε εναντίον της αλήθειας. 15Αυτή η δήθεν σοφία δεν έρχεται από τον ουρανό, αλλά είναι γήινη, σαρκική, δαιμονική. 16Γιατί όπου υπάρχει φθόνος κι εριστική διάθεση, εκεί υπάρχει αναστάτωση και κάθε λογής κακό. 17Η σοφία όμως που έρχεται από τον ουρανό είναι πρώτα πρώτα γνήσια, ύστερα είναι ειρηνική, αγαθή, πειστική, γεμάτη ευσπλαχνία και καλούς καρπούς, αμερόληπτη και ειλικρινής. 18Ο καρπός της δικαιοσύνης σπέρνεται ειρηνικά από όσους επιζητούν την ειρήνη. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο Η πιστότητα στο Θεό Από πού προέρχονται οι πόλεμοι κι από πού οι μεταξύ σας διαμάχες; Δεν προέρχονται από τα πάθη σας που μάχονται μέσα σας; 2Επιθυμείτε κάτι και δεν το έχετε. Για να το αποκτήσετε, φονεύετε και μισείτε· και όμως δεν μπορείτε να το πετύχετε. Αγωνίζεστε και πολεμάτε και δεν αποκτάτε αυτό που επιδιώκετε, γιατί δεν το ζητάτε από το Θεό. 3Ζητάτε κάτι και δεν το παίρνετε, γιατί το ζητάτε με κακό σκοπό, για να το κατασπαταλήσετε, δηλαδή, στην ικανοποίηση των παθών σας. 4Άπιστοι και άπιστες, δεν ξέρετε ότι η αγάπη για τον αμαρτωλό κόσμο είναι έχθρα εναντίον του Θεού; Όποιος, λοιπόν, θέλει να είναι φίλος του κόσμου γίνεται εχθρός του Θεού. 5Ή μήπως νομίζετε ότι μάταια διδάσκει η Γραφή πως ο Θεός θέλει ζηλότυπα για δικό του το πνεύμα που έβαλε να κατοικήσει μέσα μας; 6Μήπως δεν δίνει περίσσια τη χάρη του σ’ όσους του είναι πιστοί; Να τα λόγια της Γραφής: Ο Θεός εναντιώνεται στους υπερήφανους στους ταπεινούς όμως δίνει τη χάρη του. 7Υποταχθείτε, λοιπόν, στο Θεό. Αντισταθείτε στο διάβολο, κι αυτός θα φύγει μακριά σας. 8Πλησιάστε το Θεό, και θα σας πλησιάσει κι εκείνος. Καθαρίστε τα χέρια σας οι αμαρτωλοί, κι εξαγνίστε τις καρδιές σας οι δίγνωμοι. 9Θρηνήστε και πενθήστε και κλάψτε. Ας γίνει το γέλιο σας πένθος και η χαρά σας θλίψη. 10Ταπεινωθείτε μπροστά στον Κύριο, κι εκείνος θα σας ανεβάσει ψηλά. Η κατάκριση 11Μην κακολογείτε ο ένας τον άλλον, αδελφοί. Όποιος κακολογεί και κρίνει τον αδελφό του κακολογεί και κρίνει το νόμο. Κι όταν κρίνεις το νόμο δεν είσαι τηρητής του, αλλά κριτής του. 12Ένας είναι ο νομοθέτης και ο κριτής που μπορεί να σώσει και να καταστρέψει. Ενώ εσύ, που κρίνεις τον πλησίον σου, ποιος είσαι; Αποφυγή της αλαζονείας 13Ακούστε με τώρα κι εσείς που λέτε, «σήμερα ή αύριο θα πάμε στην τάδε πόλη, θα καθίσουμε εκεί ένα χρόνο, θα κάνουμε εμπόριο και θα κερδίσουμε». 14Εσείς που τα λέτε αυτά δεν ξέρετε τι μπορεί να συμβεί αύριο. Τι είναι η ζωή σας; Είναι σαν τον ατμό που φαίνεται για λίγο κι ύστερα εξαφανίζεται. 15Αντί γι’ αυτά, να λέτε: «Αν ο Κύριος θελήσει, θα ζήσουμε και θα κάνουμε τούτο ή εκείνο». 16Τώρα όμως καυχάστε με αλαζονεία, και κάθε τέτοια καύχηση είναι κακή. 17Όποιος, λοιπόν, ξέρει να κάνει το καλό και δεν το κάνει, αμαρτάνει. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο Η σκληρότητα των πλουσίων Ακούστε με τώρα κι εσείς οι πλούσιοι. Κλάψτε με γοερές κραυγές για τα βάσανά σας, που όπου να ’ναι έρχονται. 2Ο πλούτος σας σάπισε, και τα ρούχα σας τα ’φαγε ο σκόρος· 3το χρυσάφι σας και το ασήμι κατασκούριασαν, και η σκουριά τους θα είναι μαρτυρική κατάθεση εναντίον σας και θα καταφάει τις σάρκες σας σαν τη φωτιά. Κι ενώ πλησιάζει η κρίση, εσείς μαζεύετε θησαυρούς. 4Να, ο μισθός των εργατών που θέρισαν τα χωράφια σας κι εσείς τους τον στερήσατε κραυγάζει· και οι κραυγές των θεριστών έφτασαν ως στ’ αυτιά του παντοδύναμου Κυρίου. 5Ζήσατε πάνω στη γη με απολαύσεις και σπατάλες. Παχύνατε σαν τα ζώα, που τα πάνε για σφάξιμο. 6Καταδικάσατε και φονεύσατε τον αθώο· δε σας πρόβαλε αντίσταση. Προτροπή για υπομονή 7Λοιπόν, αδελφοί, κάνετε υπομονή, ώσπου να ’ρθει ο Κύριος. Κοιτάξτε πώς ο γεωργός περιμένει τον πολύτιμο καρπό του χωραφιού, καρτερώντας με υπομονή να πέσει η πρώιμη κι η όψιμη βροχή. 8Κάνετε κι εσείς υπομονή. Πάρτε θάρρος, γιατί όπου να ναι ο Κύριος έρχεται. 9Μην αγανακτείτε, αδελφοί, ο ένας εναντίον του άλλου, για να μην καταδικαστείτε. Να, ο κριτής στέκεται κιόλας μπροστά στην πόρτα. 10Αδελφοί μου, πάρτε για παράδειγμα καρτερικότητας στις θλίψεις τους προφήτες, που μίλησαν στο όνομα του Κυρίου. 11Καλοτυχίζουμε εκείνους που δείχνουν υπομονή. Ακούσατε για την υπομονή του Ιώβ και γνωρίζετε ποιο τέλος τού επιφύλαξε ο Κύριος, γιατί ο Κύριος είναι γεμάτος ευσπλαχνία και έλεος. Γενικές προτροπές 12Προπαντός, αδελφοί μου, να μην ορκίζεστε ούτε στον ουρανό ούτε στη γη ούτε να κάνετε άλλον όρκο. Ας είναι το «ναι» σας πραγματικό ναι και το «όχι» σας όχι, για να μη βρεθείτε κατηγορούμενοι στην τελική κρίση. 13Βρίσκεται κανένας σας σε δύσκολη θέση; Να προσεύχεται. Είναι κάποιος χαρούμενος; Να υμνεί το Θεό. 14Είναι κάποιος από σας άρρωστος; Να προσκαλέσει τους πρεσβυτέρους της εκκλησίας να προσευχηθούν γι’ αυτόν και να τον αλείψουν με λάδι, επικαλούμενοι το όνομα του Κυρίου. 15Και η προσευχή που γίνεται με πίστη θα σώσει τον άρρωστο· ο Κύριος θα τον κάνει καλά. Κι αν έχει κάνει αμαρτίες, θα του τις συγχωρέσει. 16Να εξομολογείστε, τις αμαρτίες σας ο ένας στον άλλο και να προσεύχεστε ο ένας για τον άλλο, για να θεραπευτείτε. Η παράκληση του δικαίου έχει μεγάλη δύναμη και αποτελεσματικότητα. 17Ο Ηλίας ήταν άνθρωπος σαν κι εμάς και προσευχήθηκε να μη βρέξει, και δεν έβρεξε πάνω στη γη τρία χρόνια και έξι μήνες. 18Και προσευχήθηκε ξανά, κι ο ουρανός έδωσε βροχή, και βλάστησε η γη το σπόρο που είχε μέσα της. 19Αδελφοί μου, αν κάποιος από σας ξεστρατίσει από την αλήθεια και κάποιος άλλος τον επαναφέρει, 20πρέπει να ξέρει ότι αυτός που επανέφερε έναν αμαρτωλό από τον πλανεμένο δρόμο του θα σώσει μια ψυχή από το θάνατο και θα την απαλλάξει από πλήθος αμαρτίες. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου