Εντός της Εκκλησίας υπάρχει μια άρρηκτη σχέση μεταξύ εκείνων που ζουν και εκείνων που πέθαναν. Ο θάνατος μόνον αισθητά αλλάζει τις σχέσεις μεταξύ ζώντων και νεκρών. «Είτε ζούμε, είτε πεθαίνουμε, ανήκουμε στον Κύριο» (Ρωμ. 14,7-8). Η Εκκλησία διακρίνεται σε Θριαμβεύουσα και Στρατευομένη.
Στην Στρατευομένη ανήκουν όλοι οι ζώντες. Στην Θριαμβεύουσα ανήκουν όλοι οι κακοιμημένοι. Τα μέλη της Θριαμβεύουσας και της Στρατευομένης Εκκλησίας έχουν μία άρρηκτη σχέση μεταξύ τους.
Ο επίγειος θάνατος, ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα, δεν διακόπτει την σχέση του πιστού με την Εκκλησία.
Πάνω στη σχέση αυτή βασίζονται τα μνημόσυνα της Εκκλησιάς μας, η οποία ανέκαθεν τα επιτελούσε και προσευχόταν για τους κεκοιμημένους.
Τις ευχές υπέρ των κεκοιμημένων και τις δεήσεις και συνεπώς τα μνημόσυνα, τα υποστηρίζει η αδιαφιλονίκητη Αποστολική παράδοση, από την οποία παραλάβαμε να ευχόμαστε στην Προσκομιδή των Τιμίων Δώρων υπέρ αυτών.
Μνημόσυνο είναι μια ειδική Ακολουθία όπου η Εκκλησία μας εύχεται και προσεύχεται, υπέρ αναπαύσεως και συγχωρήσεως των ψυχών των κεκοιμημένων χριστιανών που έφυγαν από τον κόσμο αυτό.
Στην Ακολουθία αυτή, οι χριστιανοί, συνηθίζουν να πηγαίνουν στην εκκλησία κόλλυβα. Η προσφορά κολλύβων στα μνημόσυνα συμβολίζει την κοινή Ανάσταση των νεκρών. Ο συμβολισμός αυτός προέρχεται από τον λόγο του Κυρίου: “Εάν μη ο κόκκος του σίτου πεσών εις την γην αποθάνη, αυτός μόνος μένει. Εάν δε αποθάνη πολύν καρπόν φέρει” (Ιωάν. ιβ’ 24). Όπως δηλαδή ο σπόρος του σιταριού που σπείρεται και θάβεται στην γη, δεν χάνεται και δεν αφανίζεται, αλλά φυτρώνει και ζει ξανά, έτσι και ο άνθρωπος. Σπείρεται και θάβεται στην γη, θα αναστηθεί όμως άφθαρτος και αθάνατος.
Η Ακολουθία του Μνημοσύνου, είναι πάντοτε είναι συνδεμένη με την Θεία Λειτουργία, η δε “μνημόνευση” του ονόματος του κεκοιμημένου κατά την Πρόθεση και τον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων, είναι το κατ’ εξοχήν “Μνημόσυνο”.
Με άλλα λόγια, Μνημόσυνο είναι η προσφορά της αναίμακτης Θυσίας, υπέρ αναπαύσεως και συγχωρήσεως των κεκοιμημένων.
Η Ακολουθία του Μνημοσύνου, σύμφωνα με αρχαία παράδοση, τελείται σε τακτά διαστήματα από την ημέρα του θανάτου του χριστιανού, όπως: την 3η μέρα, την 9η, την 40ή, στους 3, 6, 9 μήνες («τρίμηνα», «εξάμηνα», «εννεάμηνα») και στον χρόνο.
Σύμφωνα με την διδασκαλία της Εκκλησίας μας, Μνημόσυνα με κόλλυβα δεν τελούνται στις Δεσποτικές και Θεομητορικές Εορτές, απο το Σάββατο του Λαζάρου μέχρι την Κυριακή του Θωμά και από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα.
Τα Σάββατα, είναι αφιερωμένα στη μνήμη των νεκρών. Ιδιαίτερα όμως τα δύο Σάββατα τα προηγούμενα των Κυριακών της Απόκρεω και της Πεντηκοστής τα οποία ονομάζονται Ψυχοσάββατα.
Το πρώτο Ψυχοσάββατο καθιερώθηκε γιατί η Εκκλησία την Κυριακή των Απόκρεω, μας υπενθυμίζει τα της Β’ Παρουσίας του Χριστού στη γη και την Τελική Κρίση.
Το δεύτερο Ψυχοσάββατο το τελεί το Σάββατο προ της Πεντηκοστής όπου και μνημονεύει όλους τους κοιμηθέντες από Αδάμ μέχρι σήμερα. Προσεύχεται γι’ αυτούς και ζητά από το Χριστό να τους αξίωση την ώρα της Κρίσεως να δώσουν καλή απολογία.
Τα αναγκαία για την τέλεση ενός μνημόσυνου είναι: Τα κόλλυβα, το πρόσφορο, το Νάμα, το θυμίαμα, το λάδι και το κερί, τα οποία πάντοτε προσέφεραν οι πιστοί για την τέλεση της Θείας Λειτουργίας μαζί με τα ονόματα των νεκρών. Και όλα αυτά διότι το Μνημόσυνο είναι στενά συνδεδεμένο με τη Θεία Λειτουργία.
Η ωφέλεια από τα μνημόσυνα
Σύμφωνα με ομόφωνη την αγιοπατερική μαρτυρία την οποία επιβεβαιώνει αδιάκοπη εκκλησιαστική παράδοση αιώνων, οι ειδικές ευχές για τους νεκρούς θεσπίστηκαν από τους αγίους Αποστόλους. H θέσπιση αυτή έχει δύο βασικά δογματικά θεμέλια: α) την έννοια της Εκκλησίας ως κοινωνίας αγίων, που αποτελείται όχι μόνο από τους ζωντανούς αλλά και τους «κεκοιμημένους» χριστιανούς και β) την πίστη στη μεταθανάτια ζωή, την ανάσταση και την τελική κρίση.
Επιπλέον, η διδασκαλία και η διαχρονική πράξη της Εκκλησίας, μας προτρέπουν να εκδηλώνουμε τη μέριμνα μας για την ανάπαυση μιας ψυχής όχι μόνο με προσευχές, αλλά και με έργα αγάπης. Έτσι, οι Αποστολικές Διαταγές παραγγέλνουν να προσφέρονται στους φτωχούς ορισμένα από τα υπάρχοντα του νεκρού στη μνήμη του. Και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο, συμβουλεύει να κάνουμε τέτοιες αγαθοεργίες, «ώστε, αν μεν ο νεκρός είναι αμαρτωλός, ν’ απαλλαγεί από τις αμαρτίες του· και αν είναι δίκαιος, να λάβει μεγαλύτερο μισθό και ανταπόδοση».
Πολλοί συμβολισμοί των επιμέρους μνημοσύνων αναφέρονται από τους πατέρες. Οι κυριότεροι είναι οι εξής: Τα «τρίτα», (τρεις ημέρες μετά το θάνατο) συμβολίζουν την ανάσταση του Κυρίου μετά την τριήμερη παραμονή Του στον τάφο και τελούνται με την ευχή ν’ αναστηθεί και ο νεκρός στην ουράνια βασιλεία. Τα «ένατα» τελούνται για τα εννέα τάγματα των άυλων αγγέλων, με την ευχή να βρεθεί κοντά τους η ψυχή του νεκρού. Τα «τεσσαρακοστά» τελούνται για την ανάληψη του Κυρίου, που έγινε σαράντα μέρες μετά την ανάστασή Του, με την ευχή να ν’ «αναληφθεί» και ο νεκρός, να συναντήσει το Χριστό στους ουρανούς και να ζήσει για πάντα μαζί Του. Τα «ενιαύσια» (ετήσια), τέλος, τελούνται την επέτειο ημέρα του θανάτου, σε ανάμνηση των γενεθλίων του νεκρού, καθώς, για τους πιστούς χριστιανούς, ημέρα της αληθινής γεννήσεως είναι η ημέρα του σωματικού θανάτου και της μεταστάσεως στην αιώνια ζωή. Μνημόσυνα, αντίστοιχα με τα παραπάνω, τελούνται τον τρίτο, έκτο και ένατο μήνα από την ημέρα του θανάτου («τρίμηνα», «εξάμηνα», «εννεάμηνα»).
Τη μεγαλύτερη ωφέλεια, πάντως, στους νεκρούς την προξενεί η τέλεση της Θείας Ευχαριστίας στη μνήμη τους, γιατί τότε, με τις μερίδες τους στο άγιο δισκάριο, «ενώνονται αόρατα με το Θεό και επικοινωνούν μαζί Του και παρηγορούνται και σώζονται και ευφραίνονται εν Χριστώ» (άγ. Συμεών Θεσσαλονίκης).
Εκτός από τα ειδικά για κάθε νεκρό μνημόσυνα, η Εκκλησία έχει στις καθημερινές ακολουθίες της, γενικές δεήσεις για τους «κεκοιμημένους». Έχει, επίσης, καθιερώσει και ειδικές ημέρες μνημοσύνων. Τα Σάββατα σχεδόν όλου του εκκλησιαστικού έτους, και ιδιαίτερα τα προηγούμενα των Κυριακών της Απόκρεω και της Πεντηκοστής (Ψυχοσάββατα), είναι αφιερωμένα στη μνήμη των νεκρών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου